Συνεχίζεται η μεγάλη ακρίβεια στην Ελλάδα, με τον πληθωρισμό να παραμένει πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (πάνω από μισή μονάδα) για αρκετούς μήνες, όπως συνέβη και τον Φεβρουάριο. Όπως φαίνεται η Ελλάδα συντηρεί τις ανατιμήσεις, ενώ η κυβέρνηση παραμένει επί της ουσίας θεατής… δίχως να λαμβάνει μέτρα αντιμετώπισης του φαινομένου. Σύμφωνα με τη Eurostat, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή για την Ελλάδα άγγιξε το 3% τον Φεβρουάριο, παραμένοντας ο 9ος υψηλότερος στην Ευρωζώνη. Τον ίδιο μήνα στις χώρες της ζώνης ευρώ ο μέσος όρος διαμορφώθηκε στο 2,4%.
Οι διαφορές με την Ευρωζώνη
Η σημαντικότερη διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης αφορά -σε αυτή τη φάση- τις ανατιμήσεις στον τομέα των υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, οι ανατιμήσεις στις υπηρεσίες επιβραδύνθηκαν τον Φεβρουάριο στο 5,2%, ενώ στην Ευρωζώνη τον ίδιο μήνα οι αντίστοιχες ανατιμήσεις άγγιξαν το 3,7%. Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα τον δείκτη των υπηρεσιών πιέζουν προς τα πάνω οι αυξήσεις στα ενοίκια, που σχετίζονται περισσότερο με την έλλειψη διαθέσιμης στέγης, οι οποίες συμπαρασύρουν και τις τιμές υπηρεσιών για ανακαίνιση ή επισκευή.
Παράλληλα, μεγάλες αυξήσεις καταγράφονται στις μεταφορές, στην εστίαση, στον τουρισμό και στα ασφάλιστρα.
Στην ενέργεια ο δείκτης για την Ελλάδα μειώθηκε τον Φεβρουάριο στο 1,7%, από 2,6% που ήταν τον Ιανουάριο, όταν είχαμε μεγάλες αυξήσεις κατά 20% στις τιμές του φυσικού αερίου και στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος. Ωστόσο, στην Ευρωζώνη οι αυξήσεις τιμές της ενέργειας μειώθηκαν στο 0,2% τον Φεβρουάριο, από 1,9% που ήταν τον Ιανουάριο. Είναι πέρα από προφανές ότι η κατάσταση στην Ελλάδα είναι πολύ χειρότερη.
Εκτός από τις επιμέρους κατηγορίες υπάρχει και σημαντική διαφορά η οποία καταγράφεται και στον δομικό πληθωρισμό, δηλαδή τον πληθωρισμό αν αφαιρέσει κανείς την ενέργεια και τα εποχικά, μη επεξεργασμένα τρόφιμα. Με βάση τα στοιχεία της Εurostat, η μέση αύξηση του δομικού για την Ευρωζώνη μειώθηκε για τον Φεβρουάριο στο 2,6%, από 2,7% τον Ιανουάριο, ενώ για την Ελλάδα ο δομικός πληθωρισμός μειώθηκε οριακά στο 3,3%, από 3,4% που ήταν τον περασμένο Ιανουάριο.
Τα ακριβά τρόφιμα και η φτώχεια
Ολα τα παραπάνω έχουν άμεσες συνέπειες για τους καταναλωτές στην Ελλάδα που καλούνται να αντιμετωπίσουν τις ολοένα και πιο δύσκολες συνθήκες, καθώς ακόμη και στα τρόφιμα σημειώνεται αύξηση της τάξης του 0,5%. Αν και είναι μικρότερη σε σχέση με τους άλλους δείκτες, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι τιμές των τροφίμων στην Ελλάδα βρίσκονται ήδη στα ύψη. Γι’ αυτό και συνθήκες απόλυτης φτώχειας στη συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας καταγράφει η έρευνα του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), με το 83% των νοικοκυριών να μην μπορεί να βάλει ένα ευρώ στην άκρη, καθώς δεν μπορεί να βγάλει τον μήνα με τα τρέχοντα εισοδήματα.
Επιβεβαιώνονται έτσι οι ανάλογες έρευνες και τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Eurostat που κατατάσσουν την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση την αγοραστική δύναμη.
Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΟΒΕ που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης τον Φεβρουάριο διαμορφώθηκε στις -42,0 μονάδες (έναντι -43,4 μονάδες τον Ιανουάριο), με τους Έλληνες καταναλωτές να εμφανίζονται ως οι περισσότερο απαισιόδοξοι στην Ε.Ε., με δεύτερους τους Εσθονούς με επίπεδο δείκτη -37,7 και τρίτους τους Σλοβένους με -30,7.
Οι μέσοι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -12,9 μονάδες στην Ε.Ε. και στις -13,6 μονάδες στην Ευρωζώνη, από τους οποίους η Ελλάδα απέχει παρασάγγας.
Τέλος, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι μόλις τα βγάζει πέρα διαμορφώθηκε στο 64%.
avgi.gr